Δεν μίλησε. Ήξερε ότι δεν έπρεπε να απαντήσει ή να φέρει αντίρρηση στα λεγόμενά του. Εκείνος και οι ανώτεροι γνώριζαν την εμμονή του, γνώριζαν τον φανατισμό που τον διακατείχε αλλά γνώριζαν και την δύναμη που είχε. Φοβόντουσαν να χρησιμοποιήσουν την δύναμη που είχε διδαχθεί από τους ιερείς, να ζητήσουν την βοήθεια του πιο βίαιου από αυτούς. Δεν γνώριζαν αν τα βασανιστήρια που είχαν δει τα μάτια του 10χρονου Ethan τον είχαν επηρεάσει αρκετά για να αναπτύξει αυτήν την προσωπικότητα, εκείνου του ανθρώπου που δαιμονιζόταν στην μάχη. Δεν ήταν απλοί ιερείς αυτοί που υπήρχαν εκεί, φυσικά και δεν ήταν πλέον. Όλοι συνεργαζόντουσαν με το Ναυτικό, εκτός από εκείνον. Τον απεχθανόντουσαν ίσως, για την υπεροψία του και την ανωτερότητα που είχε σαν χαρακτήρας. Αλλά εκείνοι τον δέχθηκαν, ίσως γιατί τους σύμφερε να έχουν κάποιο σύμμαχο ανάμεσα σ' αυτούς, ίσως γιατί χρειαζόντουσαν μια δύναμη μέσα στην βάση του ναυτικού. Αλλά τώρα όλα αυτά θα άλλαζαν, ο άνδρας θα άφηνε αυτό το νησί στο παρελθόν του. Κούνησε το κεφάλι του χωρίς να ξέρει τι έπρεπε να σκεφτεί.
"Ξέρω τι πρέπει να κάνω. Ξέρω την δύναμή του και ξέρω ότι αυτά τα σκουλήκια θα με κυνηγήσουν," άκουσε τα λόγια του Ethan. "Οι ζωές τους θα αφαιρεθούν μία μία."
Δεν ήξερε αν αυτός ο άνθρωπος ήταν πραγματικά θεοσεβούμενος, δεν ήξερε αν καταλάβαινε την πραγματική έννοια και νόημα της ύπαρξης του Θεού, αν καταλάβαινε τα λόγια της διδασκαλίας του. Ίσως ήταν πράγματι τρελός. Δεν ήξερε αν στο μέλλον θα ήταν ο καλύτερος σύμμαχος και μέλος που θα μπορούσαν να έχουν. Αλλά εκείνος τι ήταν για να τον κρίνει; Δεν ήθελε να μοιάσει σε εκείνους που τον θεωρούσαν προβληματικό.
"Θα φύγεις από το νησί, αναγκαστικά. Αν πάρεις επικήρυξη είναι δικό σου θέμα. Από εδώ και πέρα ό,τι κάνεις θα χρεώνεται πάνω σου, όπως το να σκοτώσεις. Μπορεί να βλάψεις άλλους, αλλά θα βλάψεις κυρίως τον εαυτό σου. Εσύ χαράζεις τον δρόμο σου." Ήξερε ότι οι λέξεις ανώτερος δεν θα μπορούσαν να δράσουν πάνω σ' αυτό το άτομο, ο μόνος ανώτερος ήταν ο Θεός του.